Τα κατάγματα της διάφυσης της κνήμης είναι τα πιο συχνά κατάγματα μακρού οστού. Η μεγάλη συχνότητά τους οφείλεται στην αύξηση των τροχαίων ατυχημάτων.
Είναι πολλές φορές ανοικτά διότι το οστό της κνήμης δεν καλύπτεται στην πρόσθια εσωτερική του επιφάνεια από μύες.
Συνήθως συνυπάρχουν με κατάγματα περόνης.
Ο μηχανισμός που τα προκαλεί είναι άμεσος με τη δράση βίαιης δύναμης κατευθείαν στο οστό ή έμμεσος με τη δράση στροφικών δυνάμεων.
Κλινικά, το κάταγμα της κνήμης είναι εμφανές, εκτός και αν είναι ρωγμώδες. Παρατηρούνται:
- Πόνος.
- Οίδημα.
- Παραμόρφωση.
- Αδυναμία κίνησης.
Η αντιμετώπισή τους είναι είτε συντηρητική με τη χρήση γύψου είτε χειρουργική. Αυτό θα εξαρτηθεί από το είδος του κατάγματος και τον βαθμό παρεκτόπισής του (εάν υπάρχει παρεκτόπιση). Στην απόφαση που θα πάρει ο θεράπων ορθοπαιδικός παίζει πολύ μεγάλο ρόλο ο ακτινολογικός έλεγχος.
Μετεγχειρητικές ακτινογραφίες κατάγματος κνήμης.
Τα πιο γνωστά, και από τα πιο συχνά, κατάγματα του ποδιού είναι τα κατάγματα των σφυρών.
Συνήθως, συμβαίνουν όταν ο ασθενής σκοντάψει και πέσει, ενώ το πόδι του είναι καθηλωμένο στο έδαφος.
Οι πιο συνηθισμένοι μηχανισμοί πρόκλησης καταγμάτων των σφυρών είναι οι εξής:
Το κάταγμα ενδέχεται να αφορά:
Η ταξινόμηση των καταγμάτων των σφυρών συνήθως γίνεται με την κατάταξη κατά Danis-Weber. Σύμφωνα με αυτήν, τα κατάγματα, ανάλογα με το επίπεδο του κατάγματος του έξω σφυρού σε σχέση με την κάτω κνημοπερονιαία συνδέσμωση, διακρίνονται σε 3 τύπους: Τύποι A, B & C.
Κατάταξη κατά Danis-Wber.
Ακτινογραφίες καταγμάτων των σφυρών.
Η ανάταξη των καταγμάτων της ποδοκνημικής άρθρωσης πρέπει να είναι ανατομική. Δηλαδή, να υπάρχει μέσα στην άρθρωση αρμονία ανάμεσα στα ανατομικά της στοιχεία. Αλλιώς, θα εμφανιστούν επιπλοκές όπως, η πώρωση σε πλημμελή θέση, η δυσκαμψία και η οστεοαρθρίτιδα.
Επομένως, εάν με την κλειστή ανάταξη που έχει επιχειρήσει ο θεράπων ιατρός, δεν έχουμε ικανοποιητικό ακτινολογικό έλεγχο, τότε πρέπει να προβούμε σε εσωτερική οστεοσύνθεση για να επιτευχθεί η ανατομική ανάταξη.